κυστοειδής

κυστοειδής
και κυοτεοειδής, -ές
1. αυτός που μοιάζει με κύστη
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) (παλαιοντ.) τα κυστοειδή
μεγάλη απολιθωμένη ομάδα πρωτόγονων θαλάσσιων ζώων που ανήκουν στα εχινόδερμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cystoid < αγγλ. cyst (< νεολατ. cyst[is] < κύστις) + -oid (< συνδετικό φωνήεν -ο- + -ειδής < εἶδος). Ο τ. κυστοειδής μαρτυρείται από το 1867 στον Ιωάννη Παδοβά].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κολουτέα — (Colutea). Γένος δικοτυλήδονων φυτών της οικογένειας των ψυχανθών. Περιλαμβάνει περίπου 26 είδη φυλλοβόλων θάμνων ή μικρών δέντρων, ιθαγενή της Ευρώπης και της Ασίας. Το πιο συνηθισμένο είδος στην Ελλάδα είναι η κ. η δενδρώδης, γνωστή και με τις… …   Dictionary of Greek

  • κυστεοειδής — ές βλ. κυστοειδής …   Dictionary of Greek

  • κυστώδης — ες [κύστη (Ι)] κυστοειδής …   Dictionary of Greek

  • πρωτόζωα — Μονοκύτταρα ζώα που αποτελούν ένα υποβασίλειο, σε αντίθεση με τα πολυκύτταρα ζώα, που υπάγονται στο υποβασίλειο των μεταζώων. Τα π. κατά το μεγαλύτερο μέρος είναι μικροσκοπικά, λίγα έχουν διαστάσεις μεγαλύτερες του χιλιοστού. Πολλά π. είναι… …   Dictionary of Greek

  • σαρκοκύστη — η, Ν βιολ. α) γένος παρασιτικών σποροζώων πρωτοζώων, τα οποία απαντούν στην καρδιά και στους σκελετικούς μυς τών θηλαστικών, στα πτηνά και στα ερπετά β) λευκή κυστοειδής μάζα στον προσβεβλημένο από το παραπάνω πρωτόζωο ιστό, μέσα στην οποία αυτό… …   Dictionary of Greek

  • φαιοφύκη — Ομάδα φυκών που λέγονται επίσης και φαιόφυτα. Το φαιό χρώμα τους, που είναι περισσότερο ή λιγότερο σκούρο ή ωχρώδες, οφείλεται στην παρουσία μιας ειδικής χρωστικής ουσίας, της φυκοξανθίνης, της οποίας το χρώμα επικρατεί στο χρώμα της χλωροφύλλης… …   Dictionary of Greek

  • ύδρωμα — το, Ν νεοελλ. 1. εφίδρωση 2. ιατρ. κυστοειδής όγκος γεμάτος υγρό αρχ. αγγείο άντλησης νερού, υδρείο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ὑδρ τού ὕδωρ + κατάλ. ωμα] …   Dictionary of Greek

  • αλδροβάντα — (aldrovanda).Εντομοφάγο φυτό της οικογένειας των δροσεριδών. Φυτρώνει σε μερικές χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, καθώς και στην Αυστραλία. Στο γένος ανήκει μόνο ένα είδος, η α. η κυστοειδής,μονοετές φυτό που συναντάται σε τέλματα και έλη. Τα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”